- Λιόν
- (Lyon). Πόλη (453.187 κάτ. το 1998) της νοτιοανατολικής Γαλλίας, πρωτεύουσα του νομού Ροδανού. Βρίσκεται σε μια λοφώδη περιοχή, στις ανατολικές παρυφές του Κεντρικού Ορεινού Όγκου, στη συμβολή των ποταμών Σον και Ροδανού. Οι δύο αυτοί ποταμοί την τέμνουν σε τρία τμήματα, τα οποία συνδέονται μεταξύ τους μέσω αρκετών γεφυρών. Ο παλαιότερος πυρήνας της πόλης βρίσκεται στα δεξιά του Σον όπου δεσπόζει ο λόφος Φουρβιέ (από το λατινικό forum vetus = αρχαία αγορά), επάνω στον οποίο υψώνεται η βασιλική της Παναγίας. Οι νεότερες βιομηχανικές και κατοικημένες συνοικίες βρίσκονται στα αριστερά του Ροδανού, ενώ η κεντρική πόλη, όπου είναι συγκεντρωμένο το εμπόριο και οι διοικητικές υπηρεσίες, αναπτύχθηκε μεταξύ 16ου και 19ου αι. στην προσχωματική σφήνα που σχηματίζεται ανάμεσα στους δύο ποταμούς. Η Λ. συγκαταλέγεται ανάμεσα στις μεγαλύτερες πόλεις της χώρας, αναφορικά με τον πληθυσμό, και αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα πολιτιστικά κέντρα της. Είναι έδρα πανεπιστημίου από το 1808, ενώ διαθέτει ιδιαίτερα αξιόλογα μουσεία, μεταξύ των οποίων και το Μουσείο Υφασμάτων, το οποίο είναι μοναδικό στον κόσμο και διαθέτει ένα ευρύ δειγματολόγιο μεταξωτών.
Η οικονομική της άνθηση οφείλεται κατά ένα μεγάλο μέρος στην προνομιούχα γεωγραφική της θέση, καθώς είναι χτισμένη στη διασταύρωση μερικών από τις σημαντικότερες συγκοινωνιακές αρτηρίες της νοτιοανατολικής Γαλλίας, οι οποίες συνέδεαν την Ιταλία και την Ελβετία με το λεκανοπέδιο του Παρισιού. Ένας επίσης σημαντικός εξελικτικός παράγοντας ήταν η εισαγωγή (15oς αι.) της βιομηχανίας του μεταξιού, η οποία κατέστησε τη Λ. –κατά τον 17o και τον 18o αι.– το σημαντικότερο υφαντουργικό κέντρο και τη μεγαλύτερη αγορά μεταξιού της Ευρώπης. Στους μεταγενέστερους χρόνους εγκατέστησαν την έδρα τους στην πόλη πολλές βιομηχανίες συνθετικών ινών, μεταλλουργικές, μηχανουργικές, χημικές (χρώματα, φαρμακευτικά προϊόντα και λιπάσματα), δέρματος, τροφίμων, χαρτοποιίας και γραφικών τεχνών. Κόμβος οδικών, σιδηροδρομικών και αεροπορικών συγκοινωνιών με αυξημένη κίνηση, καθώς και σημαντικό ποτάμιο λιμάνι επάνω στον Σον, η Λ. είναι αγορά συγκέντρωσης και διανομής των γεωργικών και των βιομηχανικών προϊόντων μιας μεγάλης περιοχής και έδρα μεγάλης ετήσιας εμπορευματολογικής έκθεσης. Αποτελεί επίσης σημαντικό οικονομικό κέντρο. Είναι μάλιστα αξιοσημείωτο το γεγονός ότι στη Λ. ιδρύθηκε το 1506 η πρώτη γαλλική τράπεζα, η Crédit Lyonnais.
Η Λ. είναι προικισμένη με πλούσια καλλιτεχνική κληρονομιά. Ανάμεσα στα οικοδομήματά της, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα κατάλοιπα της γαλλορωμαϊκής εποχής, ο καθεδρικός ναός του Αγίου Ιωάννη (12ος-14ος αι.), η ρομανική εκκλησία του Αγίου Μαρτίνου (12ος αι.), η κρύπτη του Αγίου Ειρηναίου και του Αγίου Ιούστου (παλαιοχριστιανικής εποχής) και ο ναός του Αγίου Πέτρου, ο καθεδρικός ναός (με ψηφιδωτό δάπεδο του 5ου αι.) μαζί με τις χαρακτηριστικές κατοικίες αναγεννησιακού ρυθμού.
Ιστορία. Η πόλη ιδρύθηκε το 43 π.Χ. ως ρωμαϊκή αποικία με την ονομασία Lugdunum (Λούγδουνον). Γρήγορα αναπτύχθηκε σε εμπορικό, βιοτεχνικό και διοικητικό κέντρο και σε διάστημα μερικών δεκαετιών εξελίχθηκε στη σημαντικότερη πόλη της ρωμαϊκής Γαλατίας. Ήταν επίσης η πρώτη που δέχτηκε στα μέσα του 2ου αι. τον χριστιανισμό. Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, αφού υπέστη αλλεπάλληλες καταστροφές από τους Ούννους και τους Γότθους, καταχωρήθηκε με τη συνθήκη του Βερντέν (843) στο βασίλειο της Προβηγκίας, αλλά ουσιαστικά παρέμεινε αυτόνομη υπό τη διακυβέρνηση των αρχιεπισκόπων της έως το 1312, οπότε ο Φίλιππος ο Ωραίος, επωφελούμενος από εσωτερικές διαμάχες, την προσάρτησε στο βασίλειο της Γαλλίας. Αργότερα ορίστηκε πρωτεύουσα της επαρχίας Lyonnais της νοτιοανατολικής Γαλλίας, η οποία οριζόταν Α από τον Ροδανό και τον Σον, διασχιζόταν από τον άνω ρου του Λίγηρα και περιλάμβανε τους σημερινούς νομούς του Λίγηρα και του Ροδανού.
Σύνοδοι της Λ. Με αυτή την ονομασία είναι γνωστές δύο σημαντικές σύνοδοι της Δυτ. Καθολικής Εκκλησίας που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του 13oυ αι.
1. Σύνοδος, η οποία συγκλήθηκε το 1245 από τον πάπα Ινοκέντιο Δ’, και στην οποία συμμετείχαν, εκτός από 150 επισκόπους, πολλοί βασιλιάδες και ηγεμόνες. Κατά τη διάρκεια των εργασιών της εξετάστηκε η κατάσταση της Εκκλησίας όπως διαμορφώθηκε μετά τις εισβολές των βαρβάρων στις χριστιανικές χώρες, τις θρησκευτικές διαμάχες και τις εχθρικές πράξεις του αυτοκράτορα Φρειδερίκου εναντίον της, και στη συνέχεια έλαβε μέτρα για τη λύση αυτών των προβλημάτων. Επιπλέον καθαίρεσε τον Φρειδερίκο, απαλλάσσοντας ταυτόχρονα τους υπηκόους του από τον όρκο υποταγής τους.
2. Σύνοδος, η οποία συγκλήθηκε το 1274 από τον πάπα Γρηγόριο Ι’, με τη συμμετοχή 1.500 επισκόπων, θεολόγων και ηγεμόνων. Τα θέματα που κυρίως συζητήθηκαν αφορούσαν τις Σταυροφορίες, την ένωση της Καθολικής και της Ορθόδοξης Εκκλησίας, τη μεταρρύθμιση της Εκκλησίας και τον τρόπο εκλογής του πάπα. Παρότι στη συγκεκριμένη σύνοδο αναπτύχθηκαν ισχυρές ενωτικές τάσεις και επιτεύχθηκε μια τυπική ένωση, η ουσιαστική σύζευξη των δύο Εκκλησιών δεν πραγματοποιήθηκε.
Άποψη κτιρίων αναγεννησιακού ρυθμού στην πόλη Λιόν στη Γαλλία (φωτ. ΑΠΕ).
Dictionary of Greek. 2013.